Θέμα Ομιλίας: Προς μία ειδική και διαφοροποιημένη περιφερειακή πολιτική για την ανάπτυξη του νησιωτικού και θαλάσσιου χώρου
Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται έντονα από το στοιχείο της νησιωτικότητας τόσο στη γεωμορφολογία της, όσο και στην οικονομία της. Το 18,7% της συνολικής επιφάνειας του εδάφους της χώρας αποτελείται από νησιά με πληθυσμό που αντιστοιχεί στο 15,1% του συνολικού εγχώριου πληθυσμού, ενώ τουλάχιστον το 25% του ΑΕΠ της χώρας, προέρχεται από δραστηριότητες που σχετίζονται με τη ναυτιλία, τον τουρισμό και το στοιχείο της «θάλασσας».
Το Ελληνικό Σύνταγμα, όσο και η Συνθήκη για τη Λειτουργία της ΕΕ παρέχουν νομικές βάσεις για την εκπόνηση ειδικών πολιτικών για την συνοχή και τη βιώσιμη ανάπτυξη των νησιωτικών περιοχών. Η επιτακτική φύση των σχετικών ρυθμίσεων φαίνεται, όμως, να αμφισβητείται, τουλάχιστον έμμεσα, από τις αρμόδιες αρχές, εθνικές και ευρωπαϊκές.
Η αδυναμία αυτή έχει γίνει αισθητή από την προσπάθεια σχεδιασμού και εφαρμογής Στρατηγικών όπως η Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική ή η Γαλάζια Ανάπτυξη, οι οποίες δεν φαίνεται να έχουν ξεπεράσει τον πήχη της αντιμετώπισής τους ως επί μέρους προσεγγίσεις της νησιωτικής πραγματικότητας στο πλαίσιο των συνολικότερων σχεδιασμών και εφαρμογής δημόσιων πολιτικών.
Αναμφισβήτητα, ο νησιωτικός και θαλάσσιος χώρος συνιστά μία ειδική χωρική ενότητα, διακριτή από όλες τις άλλες ενότητες του ηπειρωτικού χώρου. Οι νησιωτικές περιοχές χαρακτηρίζονται από μόνιμες γεωγραφικές, γεωπολιτικές, οικονομικές, τεχνολογικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και δημογραφικές αδυναμίες και προκλήσεις, ενώ, ταυτοχρόνως, η τρωτότητα των φυσικών συνθηκών διαβίωσης και των παραγωγικών τους συστημάτων είναι υψηλή.
Τα ειδικά χαρακτηριστικά και μόνιμα ειδικά προβλήματα του νησιωτικού χώρου δύνανται να αντιμετωπιστούν μόνον στο πλαίσιο μιας ειδικής και διαφοροποιημένης περιφερειακής πολιτικής. Ειδική περιφερειακή πολιτική για τα νησιά σημαίνει την αποδοχή και εφαρμογή ευνοϊκών εξαιρέσεων ή αποκλίσεων υπέρ των νησιών από γενικές/οριζόντιες κατευθύνσεις/ρυθμίσεις των δημόσιων πολιτικών, και την εφαρμογή ειδικών αναπτυξιακών δράσεων και χρηματοδοτικών εργαλείων υπέρ των νησιωτικών περιοχών. Η διαφοροποιημένη μεταχείριση αναφέρεται στις στρατηγικές και τα σχέδια περιφερειακής ανάπτυξης, τα οποία οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους την εμφανή διακριτή φυσιογνωμία των νησιών και τη διαφορετικότητά τους από άλλες περιοχές.
Επίσης, η ειδική νησιωτική πολιτική οφείλει να είναι ολοκληρωμένη και place-based, να αντιμετωπίζει ταυτοχρόνως τα προβλήματα και τις προκλήσεις, αξιοποιώντας παράλληλα τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα που διαθέτουν η νησιωτική και η γαλάζια οικονομία.
Οι βασικοί άξονες ενός σχεδίου για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη του νησιωτικού και θαλάσσιου χώρου είναι: (1) Βελτίωση της προσβασιμότητας, του υδατικού και ενεργειακού εφοδιασμού των νησιωτικών περιοχών, (2) Ενίσχυση της νησιωτικής ανταγωνιστικότητας, επιχειρηματικότητας και αξιοποίηση της γαλάζιας και κυκλικής οικονομίας, (3) Ολοκληρωμένη θαλάσσια επιτήρηση και στρατηγική ασφάλειας στο θαλάσσιο χώρο, (4) Θεσμική ενδυνάμωση και ψηφιακή διακυβέρνηση στο θαλάσσιο και νησιωτικό χώρο, και (5) Ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού στη νησιωτική και θαλάσσια οικονομία. Κάθε άξονας περιλαμβάνει ειδικούς στόχους, δράσεις και χρηματοδοτήσεις, καθώς και θεσμικές παρεμβάσεις, προκειμένου να προωθηθεί η ειδική και διαφοροποιημένη περιφερειακή πολιτική για τον νησιωτικό και θαλάσσιο χώρο.
Ο ομιλητής
Ο Άγγελος Κότιος αποφοίτησε από το Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και έλαβε διδακτορικό τίτλο σπουδών από το Πανεπιστήμιο του Τύμπιγκεν. Είναι Καθηγητής Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών και Αναπτυξιακών Σχέσεων στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς και Πρύτανης από το 2017 ως σήμερα. Στο διάστημα 1995-2008 υπήρξε Καθηγητής στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στο οποίο διετέλεσε και Αντιπρύτανης την περίοδο 2005-2008. Έχει διατελέσει Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Εθνικού Κέντρου Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΚΠΑΑ), μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ), καθώς και Πρόεδρος της Επιτροπής για την Νεανική Επιχειρηματικότητα (Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς). Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, στη διεθνή πολιτική οικονομία, στις διεθνείς οικονομικές κρίσεις, στην κρίση της Ευρωζώνης και της Ελλάδας, στην ευρωπαϊκή οικονομική και περιφερειακή πολιτική, στο διεθνές εμπόριο και στις διεθνείς επενδύσεις. Έχει δημοσιεύσει πολυάριθμα βιβλία και επιστημονικά άρθρα στην ελληνική, γερμανική και αγγλική γλώσσα σε θέματα των ερευνητικών του ενδιαφερόντων, ενώ υπήρξε επιστημονικός υπεύθυνος σε περισσότερα από 40 διεθνή και εθνικά ερευνητικά προγράμματα.